Ο Μινωικός Πολιτισμός
Ο Μινωικός Πολιτισμός
Γράφει ο Μανόλης Πλούσος
Στη ραψωδία τ της Οδύσσειας υπάρχουν σε λίγες αράδες τα πρώτα γραπτά στοιχεία για έναν πολιτισμό που άκμασε κατά την εποχή του χαλκού στην Κρήτη. «Υπάρχει τόπος που τον λένε Κρήτη, καταμεσής στο μπρούσκο πέλαγος, πλούσια και ωραία και κυματοζωσμένη. Αμέτρητους ανθρώπους έχει κι ενενήντα πόλεις και γλώσσες που η μια μπλέκεται με την άλλη…». Έχοντας ως οδηγό αυτές τις ομηρικές περιγραφές, ένας Ηρακλειώτης έμπορος και αρχαιοδίφης ονόματι Μίνως Καλοκαιρινός ξεκίνησε στα 1878 να ανασκάπτει μια περιοχή λίγα χιλιόμετρα έξω από το σημερινό Ηράκλειο της Κρήτης σε μια προσπάθεια να βρει τα ίχνη αυτού του άγνωστου, εν πολλοίς και στις μέρες μας, πολιτισμού. Ο ντόπιος έμπορος στάθηκε τυχερός αφού η περιοχή που ανέσκαψε έκρυβε το σημαντικότερο αρχιτεκτονικό δημιούργημα ενός λαού που άκμασε στην Κρήτη από το 2700 π.Χ. μέχρι και το 1400 π.Χ., οπότε και εξαφανίστηκε μυστηριωδώς από το προσκήνιο της ιστορίας. Το ανάκτορο της Κνωσούάρχισε σταδιακά να αποκαλύπτει τα μυστικά ενός κόσμου που αγνοούσαμε μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. Το ερασιτεχνικό ενδιαφέρον του Καλοκαιρινού ολοκλήρωσε η αξιέπαινη προσπάθεια του Άρθουρ Έβανς, που από το 1899 μέχρι και το 1935 ουσιαστικά αποκάλυψε ολόκληρο το ανάκτορο. Έχοντας περισσότερα από 1000 συνολικά δωμάτια σε μια έκταση 20 στρεμμάτων, αποθήκες με τεράστιους πίθους για την αποθήκευση κρασιού και λαδιού, προηγμένα, για την εποχή τους, συστήματα αποχέτευσης και έναν διάκοσμο με εντυπωσιακές νατουραλιστικές τοιχογραφίες κατέστη το σύμβολο του Μινωικού πολιτισμού.
Ο πολιτισμός αυτός πήρε το όνομα του από τον μοναδικό γνωστό ηγεμόνα της Κρήτης, τον μυθικό βασιλιά Μίνωα, και ενώ άκμασε για περίπου μια χιλιετία η ιστορία του μπορεί να δοθεί μόνο με αδρές γραμμές, όχι λόγω της έλλειψης γραπτών στοιχείων αλλά λόγω αδυναμίας μας να τα αποκρυπτογραφήσουμε. Ο αρχικός τύπος της γραφής που χρησιμοποιήθηκε από το 1850 π.Χ. ως το 1550 π.Χ. είναι ιδεογραφικός, κατά τα αιγυπτιακά πρότυπα, με διάφορες αναπαραστάσεις φυσικών αντικειμένων. Περίπου 3000 πήλινες πινακίδες έχουν ανακαλυφθεί ως τώρα και το γεγονός ότι η πρώιμη μορφή γραφής είναι εικονιστική και χαραγμένη σε πηλό φανερώνει ότι στα πρώτα της στάδια αναπτύχθηκε υπό την επίδραση Αιγυπτιακών (τα σύμβολα) και Βαβυλωνιακών (οι πρώτες πήλινες πινακίδες με γραφή βρέθηκαν στη Βαβυλώνα) επιρροών, ενώ αργότερα, μετά το 1500 π.Χ., μεταλλάσσεται προς συλλαβική. Για το περιεχόμενο των γραπτών μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν με βάση κυρίως τα πορίσματα των ερευνών τωνJ.Chadwick και M.Ventris που αποκρυπτογράφησαν τη δεκαετία του ΄50 την συγγενική, κατά τα φαινόμενα,γλώσσα των Μυκηναίων και την οποία ονόμασαν «γραμμική Β». Η «γραμμική Α», όπως ονομάστηκε η γραφή των Μινωιτών, παραμένει βουβή για περίπου 4000 χρόνια… Άρα ο μόνος μπούσουλας που διαθέτουμε είναι τα άφθονα αρχαιολογικά ευρήματα τα οποία όμως μας επιτρέπουν να συλλάβουμε μόνο μια θολή εικόνα του λαού και της κουλτούρας που αναπτύχθηκε στο νησί, ενώ παράλληλα μας δημιουργούν και πλήθος ερωτηματικών σχετικά με τους λόγους της εξαφάνισης αυτού του πρωτοποριακού πολιτισμού.
Η Κρήτη βρίσκεται γεωγραφικά στο κέντρο της ανατολικής μεσογείου σε σημείο τέτοιο που διευκολύνεται η επαφή με τρεις ηπείρους. Ευρώπη, Ασία και Αφρική γειτνιάζουν με την Κρήτη, οπότε ήταν φυσικό οι Μινωίτες να αναπτύξουν εμπορικές σχέσεις με το σύνολο των πολιτισμών της εποχής του Χαλκού. Η ανάπτυξη της ναυτικής τέχνης στο χώρο της Μεσογείου περί το 4000 π.Χ. απογείωσε τις εμπορικές και πολιτιστικές συναλλαγές μεταξύ των λαών. Οι Μινωίτες θεωρούνται από τους πρωτοπόρους θαλασσοπόρους έχοντας ιδρύσει εμπορικές αποικίες σε πλήθος σημείων με εμπορική σημασία και κυριαρχώντας εξ ολοκλήρου στο αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Στη νότια ακτή των Κυθήρων στον οικισμό Καστρί βρέθηκαν στοιχεία που πιστοποιούν την ίδρυση μια μικρής αποικίας από Κρήτες. Στην Μήλο στην περιοχή της Φυλακωτής ήρθε στο φως ένας οικισμός με σαφή Μινωικά χαρακτηριστικά. Μάλιστα και η υπερδύναμη του αρχαίου κόσμου η Αθήνα συνδέει την ιστορία της με την Κρήτη όπως φαίνεται και από τον μύθο του Θησέα και του Μινώταυρου. Οι Κρήτες πρέπει να ήταν εμπορικός λαός αφού ευρήματα κρητικής προέλευσης βρίσκονται διάσπαρτα σε όλη την ανατολική Μεσόγειο, ενώ αναφορές για αυτούς τους δεινούς θαλασσοπόρους βρίσκονται και σε μνημεία αιγυπτιακά όπου αναφέρονται ως Keftiu. Ο Θουκυδίδης μάλιστα αναφέρει πως «ο Μίνωας είναι ο αρχαιότερος (βασιλιάς) που γνωρίζουμε από την προφορική παράδοση ο οποίος, διαθέτοντας στόλο και κυριαρχώντας στο μεγαλύτερο μέρος των θαλασσών [...] στον βαθμό που μπορούσε, απάλλαξε τις θάλασσες από τους πειρατές, για να μπορεί να εισπράττει τους φόρους αποτελεσματικότερα». Η ναυτική κυριαρχία των Μινωιτών έκανε στρατηγικά αδύνατο και βλακώδες ένα εγχείρημα απόβασης και κατάκτησης του νησιού. Ίσως ο λόγος αυτός, η γνώση της ναυτικής τους κυριαρχίας, ώθησε τους Μινωίτες να αισθάνονται μια παραπάνω ασφάλεια στο αύταρκες νησί τους. Το γεγονός ότι οι πόλεις και τα ανάκτορα τους δεν διαθέτουν οχυρωματικά τείχη καθώς και το ότι οι ταφές των ανθρώπων δεν συνοδεύονται από κάποιου είδους οπλισμό μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως επρόκειτο μάλλον για έναν φιλειρηνικό λαό που αρεσκόταν να λατρεύει και να υμνεί τον φυσικό κόσμο, όπως φαίνεται από τις τοιχογραφίες και την κεραμική τους.
Τα πρώτα δείγματα οργανωμένων κοινοτήτων στο νησί παρουσιάζονται ήδη από το 5000 π.Χ. αλλά από το 2700 π.Χ. παρατηρείται μια σταδιακή αστικοποίηση γύρω από κάποια περιφερειακά κέντρα που αποκαλούνται «ανάκτορα». Σε όλο το νησί έχουν ανακαλυφθεί πλήθος ανακτόρων που φαίνεται να ήταν οικονομικά-διοικητικά και πολιτιστικά κέντρα των αγροτικών κοινοτήτων ασκώντας εποπτεία στην περιφέρεια. Η Κνωσός, η Φαιστός, η Άπτερα, η Λατώ, η Τύλισσος είναι μόνο μερικά από τα ανάκτορα που έχουν μέχρι στιγμής ανασκαφεί αποκαλύπτοντας μας αρκετά στοιχεία για την οργάνωση και τη λειτουργία του μινωικού οικονομικού και διοικητικού συστήματος. Τα ανάκτορα ήταν επιφορτισμένα με την οικονομική οργάνωση και τη διαχείριση της παραγωγής, ενώ συχνά περιελάμβαναν και ένα ιερό ασκώντας παράλληλα και θρησκευτικό έλεγχο σε άλλους σημαντικούς χώρους λατρείας που βρίσκονταν σε κορυφές και σπήλαια.
Στα ανάκτορα ίσως συγκεντρωνόταν το σύνολο της αγροτικής παραγωγής του νησιού με σκοπό να διαμοιραστεί στις κοινότητες και να εξαχθεί το πλεόνασμα, εξ ου και η ύπαρξη σε όλα τα ανάκτορα γιγαντιαίων αποθηκευτικών πίθων για λάδι ή κρασί. Η αγροτική παραγωγή αφορούσε την καλλιέργεια σιταριού, ελιάς και αμπελιού ενώ σε ορεινές περιοχές φαίνεται να ήταν αναπτυγμένη και η κτηνοτροφία. Το πλεόνασμα λοιπόν της παραγωγής, κατά πάσα πιθανότητα, έπαιρνε το δρόμο για τις αγορές της Εύφορης ημισελήνου όπου θα ανταλλασσόταν για κασσίτερο, ανύπαρκτο μέταλλο στο νησί και απαραίτητο για την παραγωγή χαλκού, για λαζουρίτη λίθο που ερχόταν από τα βάθη του Αφγανιστάν, για ελεφαντόδοντο και αμέθυστο από την Αίγυπτο και χαλκό από την Κύπρο. Στα αρχεία της Ουγκαρίτ αναφέρονται εισαγωγές αγγείων από την Κρήτη (Kaftor) και φαίνεται πως εκεί υπήρχε και αποικία Μινωιτών εμπόρων, ενώ στην Κρήτη ίσως υπήρχε και Αιγύπτιος διπλωματικός αντιπρόσωπος. Οι Κρήτες λοιπόν με το στόλο τους αποτελούσαν μάλλον τους «εφοπλιστές» του Αιγαίου με σημαντικότατη συμβολή στην επαφή των πολιτισμών της ανατολής με τη δύση. Συνετέλεσαν έτσι σε σημαντικό βαθμό στη μίξη πολιτιστικών στοιχείων απαραίτητων για την ανάπτυξη αργότερα του θαύματος του Ελληνικού πολιτισμού. Η καλή λειτουργία του μινωικού οικονομικού συστήματος είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της υλικής ευημερίας των κοινοτήτων του νησιού προσδίδοντας στον πολιτισμό αυτό κατά βάση ειρηνικό χαρακτήρα.
Η ειρηνική διάθεση του λαού αυτού αποτυπώνεται με γλαφυρό τρόπο στις τέχνες του. Τοιχογραφίες, κεραμικά και λατρευτικά ειδώλια καταδεικνύουν ένα ανθρωπιστικό και φιλειρηνικό life style. Οι τοιχογραφίες που έχουν ανακαλυφτεί αναπαριστούν εικόνες της καθημερινότητας: λιτανείες και θυσίες με τη συμμετοχή πλήθους κόσμου, νέοι και νέες να συλλέγουν άνθη ή να συμμετέχουν σε παιχνίδια, ιερείς που χειρονομούν, άλογα που καλπάζουν και πλήθος σχεδίων που είναι εμπνευσμένα από τη ζωή της θάλασσας, όπως χταπόδια ή δελφίνια. Κάθε σκηνή αντανακλά τον πολυτελή και εκλεπτυσμένο βίο που χαρακτήριζε την μινωική κοινωνία. Όσον αφορά στην κεραμική στοσπήλαιο των Καμαρών βρέθηκε πλήθος αγγείων με απεικονίσεις φυτικών θεμάτων, ενώ ο τεχνίτης φυσώντας σκόνη αργίλου στο νωπό σκεύος πετύχαινε φυσικές υφές. Από το όνομα του σπηλαίου η όλη τεχνοτροπία ονομάστηκε«καμαραϊκή».
Τα σχέδια στα αγγεία αυτά δεν αποτελούν πιστή απόδοση της πραγματικότητας αλλά αποτελούν μάλλον έκφραση της εντύπωσης που είχε ο καλλιτέχνης από ένα αντικείμενο, παραπέμποντας στον σύγχρονο ιμπρεσιονισμό. Τα ανάκτορα κοσμούνταν από νωπογραφίες, λίγες από τις οποίες έχουν σωθεί, όπως στην Κνωσό που υπάρχει ίσως η πλέον αναγνωρίσιμη τοιχογραφία του Πρίγκιπα των κρίνων. Από την μινωική τέχνη απουσιάζουν πλήρως τα έργα μεγάλης πλαστικής με τα μικρά ειδώλια να αποτελούν τα μόνα δείγματα γλυπτικής τέχνης. Αντίθετα φαίνεται ότι οι Μινωίτες τεχνίτες είχαν εξειδικευτεί στην μικρογλυπτική, αφού έχουν έρθει στο φως κάθε είδους μικρά κοσμήματα και σφραγίδες κατασκευασμένα με εισηγμένα μέταλλα, όπως χρυσό και άργυρο.
Για την μινωική θρησκεία μας είναι γνωστά ελάχιστα πράγματα. Είχε μάλλον συλλογικό χαρακτήρα, όπως φαίνεται από απεικονίσεις ιερών πομπών, διαφέροντας από τη θρησκεία π.χ. της Αιγύπτου που θεοποιούσε την εξουσία και τη διαχώριζε από το λαό. Επίσης δεν υπάρχουν δημόσιοι ιεροί ναοί. Η λατρεία γινόταν στην ύπαιθρο σε ιερά που βρίσκονταν σε σπήλαια και κορυφές βουνών και περιελάμβανε ένα πλήθος θεοτήτων για την φύση των οποίων μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν. Η βάση της θρησκείας ήταν οι φυσικές δυνάμεις και η φετιχιστική λατρεία ζώων και δένδρων και προέρχεται ίσως από τη Μικρά Ασία. Η δημοφιλέστερη θεότητα φαίνεται να ήταν μια θεά της φύσης, θεά της γονιμότητας και κυρίαρχος των ζώων. Σε κάποιες περιπτώσεις παρουσιάζεται να κρατά στα χέρια φίδια ενώ σε άλλες μια ασπίδα, αποτελώντας έτσι την αρχαιότερη απεικόνιση της Αθηνάς, το όνομα της οποίας δεν είναι ελληνικό αλλά έλκει την καταγωγή του από την Μικρά Ασία.
Η αλήθεια είναι πως η μινωική θρησκεία κυριαρχείται από γυναικείες θεότητες, ενώ ελάχιστοι είναι οι αντιπρόσωποι του «ισχυρού» φύλου… Τα ιερά σύμβολα των Μινωιτών ήταν ο διπλούς πέλεκυς, η λάβρυς, και τα κέρατα του ταύρου. Η λάβρυς είναι η λυδική λέξη για το αμφίστομο τσεκούρι το οποίο στην Μικρά Ασία το κραδαίνει ο θεός του ουρανού ενώ στην Κρήτη εμφανίζεται μόνο του ως σύμβολο διακοσμητικό σε τοιχογραφίες και αγγειογραφίες. Από εκεί έλκει και την ετυμολογία της η λέξη λαβύρινθος που μάλλον σήμαινε έναν χώρο εξουσίας, όπως ήταν τα ανάκτορα. Ο ταύρος φαίνεται πως ήταν το ιερό ζώο των Μινωιτών αφού λατρευόταν το σύμβολο κατατεθέν του, τα διπλά κέρατα. Σε μια τοιχογραφία στην Κνωσό απεικονίζονται νέοι να επιδίδονται σε ενός είδους ακροβατικά με έναν ταύρο. Άρπαζαν τον ταύρο από τα κέρατα τη στιγμή της επίθεσης του και πηδούσαν στην ράχη του. Αυτό ήταν το ιερό παιχνίδι των ταυροκαθαψίων στο βωμό του οποίου αρκετοί νέοι πιθανώς να έχαναν και τη ζωή τους. Μεταγενέστερη ανάμνηση του ίσως να αποτελεί και ο μύθος του Μινώταυρου που έτρωγε νέους στον πολυδαίδαλο χώρο κατοικίας του τον λαβύρινθο. Πάντως από τα αρχαιολογικά στοιχεία συνάγεται πως ο θρησκευτικός κόσμος των Μινωιτών δεν ήταν καθόλου τρομακτικός, πολεμοχαρής ή θλιβερός. Οι εικόνες των αθλοπαιδιών με τους ταύρους, των χορών και των κομψότατα ντυμένων κυριών δεν δείχνουν έναν λαό δυστυχισμένο.
Ο πολιτισμός αυτός φτάνει στο απόγειο του γύρω στα 1500 π.Χ. όταν για άγνωστο λόγο τα περισσότερα ανάκτορα εγκαταλείπονται ή καταστρέφονται αφήνοντας μια σπαζοκεφαλιά πρώτης τάξεως για τους αρχαιολόγους! 112 χιλιόμετρα βορείως της Κρήτης πρέπει κατά πάσα πιθανότητα να αναζητηθεί η αιτία της εξαφάνισης του Μινωικού πολιτισμού. Το ηφαίστειο που δέσποζε στο κέντρο του μικρού νησιού της Θήρας περί το 1500 π.Χ. εξερράγη επηρεάζοντας το σύνολο των νησιών του αρχιπελάγους του Αιγαίου. Το μέγεθος της έκρηξης ήταν τέτοιο που η ενιαία Θήρα διαμελίστηκε σε τρία νέα μικρά νησιά και όλοι οι οικισμοί του νησιού θάφτηκαν κάτω από χιλιάδες τόνους τέφρας και κίσηρης. Μια έκρηξη πολλαπλάσιας ισχύος από την έκρηξη του όρους της Αγίας Ελένης στην Ουάσινγκτον που κατεγράφη τον Ιούλιο του 1980… Την έκρηξη πρέπει να την ακολούθησαν γιγαντιαία τσουνάμι, πολύ μεγαλύτερα από αυτά που είδαμε το 2011 στην Ιαπωνία, ενώ τη γη συντάραζαν ισχυροί μετασεισμοί. Παράλληλα στάχτη και τέφρα κάλυψαν τον ουρανό και τη γη δημιουργώντας ένα φαινόμενο παρόμοιο με «πυρηνικό χειμώνα» δυσχεραίνοντας έτσι τη γεωργία, τη βάση των πρώιμων πολιτισμών. Ένα αποκαλυπτικό σκηνικό στο χώρο του Αιγαίου που κατέστρεψε ολοσχερώς τον θηραϊκό πολιτισμό και σήμανε την αρχή του τέλους του Μινωικού. Αμέσως μετά το κατακλυσμιαίο αυτό γεγονός η Κρήτη πρέπει να δέχτηκε την εισβολή των Μυκηναίων και άλλων«λαών της θάλασσας», όπως μαρτυρούν επιγραφές από την Ουγκαρίτ και την Αίγυπτο, οι οποίοι αποτελείωσαν το έργο της φύσης. Ειδικά για τους Μυκηναίους δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εγκαταστάθηκαν και επέβαλαν τον πολιτισμό τους αφού έχουν ανασκαφεί πλήθος θολωτών τάφων και έχουν ανακαλυφθεί πήλινες πινακίδες με «γραμμική Β» σε πολλά ανάκτορα. Το βασίλειο της Κρήτης θα αποτελέσει για του επόμενους αιώνες κομμάτι του μυκηναϊκού κόσμου.
Η ιστορία του Μινωικού πολιτισμού αφορά άμεσα την ελληνική ιστορία λόγω των επιδράσεων αυτού του εξελιγμένου πολιτισμού στον κυρίως ελλαδικό χώρο. Οι αρχαιολόγοι συγκλίνουν ότι μάλλον ο πολιτισμός αυτός δεν είχε χαρακτήρα ελληνικό, γεγονός που τεκμαίρεται από πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων που παραπέμπουν σε κοινωνίες της ανατολής. Επί παραδείγματι ο τύπος του μινωικού ανακτόρου δεν έχει καμία σχέση με τα ελληνικά ανάκτορα που έχουν ανασκαφεί. Στο τελευταίο κυρίαρχη είναι η εστία για την θέρμανση, ενώ στο μινωικό ανάκτορο στόχος είναι η εξασφάλιση δροσιάς και φωτός. Η λατρεία επίσης γυναικείων θεοτήτων παραπέμπει σε μικρασιατικά πρότυπα και ανταποκρίνεται σε μια μητριαρχική μορφή ζωής με την γυναίκα να παίζει σπουδαίο ρόλο στην κοινωνική ζωή παρακολουθώντας ελεύθερα αγώνες και εορταστικές εκδηλώσεις. Τα παραπάνω έρχονται σε χτυπητή αντίθεση με τα κύρια χαρακτηριστικά των ελληνικών αντιλήψεων που κυριαρχούσε η πατριαρχία.
Επίσης με αιγυπτιακά θρησκευτικά μοτίβα ίσως να συνδέεται και ο μύθος του Μινώταυρου αφού το πρότυπο θεοτήτων ή δαιμόνων με σώμα ανθρώπινο και κεφάλι ζώου συναντάμε στην αιγυπτιακή θρησκεία. Ο προχωρημένος μινωικός πολιτισμός, που με γλώσσα του σήμερα θα τον χαρακτηρίζαμε «cool», άσκησε βαθιά επίδραση στον μεταγενέστερο ελληνικό κληροδοτώντας του στοιχεία που αργότερα θα αναδείξουν το μεγαλείο των πόλεων-κρατών της ύστερης αρχαιότητας. Το ανάκτορο προφανώς μεταβλήθηκε για τις ανάγκες του ελληνικού στρατιωτικού πνεύματος στην «ακρόπολη», το σήμα κατατεθέν της ανεξάρτητης και αυτόνομης πόλης-κράτους ενώ πλήθος ελληνικών θεοτήτων έλκουν την καταγωγή τους από μινωικά πρότυπα. Ακόμη και η γραφή των Μυκηναίων (γραμμική Β) έλκει την καταγωγή της από την μη ελληνική γραφή των Μινωιτών (γραμμική Α). Σε σχέση με τους Μινωίτες οι λοιποί πληθυσμοί της κυρίως Ελλάδας, και ειδικά οι Μυκηναίοι, μάλλον ήταν «βάρβαροι». Σύμφωνα με τον Ulrich Wilcken «η Κρήτη ήταν τότε το πολιτιστικό κέντρο του Αιγαιικού κόσμου», και κατά πάσα πιθανότητα αποτέλεσε τον δίαυλο μεταφοράς των πολιτιστικών στοιχείων της πολιτισμένης τότε ανατολής στην Ευρώπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου